φαλαγγοσώστης

φαλαγγοσώστης
ὁ, Μ
σωτήρας τής φάλαγγας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάλαγξ, -αγγος + σῴζω (πρβλ. δημο-σώστης)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”